Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης[en], το οποίο εγκαινιάστηκε αρχικά το 1997 ως Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Άμστερνταμ για το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης αποτελεί ένα πλαίσιο βασισμένο σε κανόνες για τον συντονισμό των εθνικών δημοσιονομικών πολιτικών στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Διαδικασία μακροοικονομικών ανισορροπιών (ΔΜΑ)[en] λειτουργεί παράλληλα με το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης για τον εντοπισμό και τη διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών και την εποπτεία των εξελίξεων σχετικά με την ανταγωνιστικότητα.
Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης απαρτίζεται από δύο βραχίονες: ο προληπτικός βραχίονας επιχειρεί να διασφαλίσει το ότι η δημοσιονομική πολιτική ασκείται με βιώσιμο τρόπο καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου, ενώ ο διορθωτικός βραχίονας καθορίζει το πλαίσιο εντός του οποίου τα κράτη θα πρέπει να αναλάβουν διορθωτική δράση σε περίπτωση υπερβολικού ελλείμματος. Ο διορθωτικός βραχίονας τίθεται σε λειτουργία με τη βοήθεια της Διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος, μια λεπτομερή διαδικασία για τη διόρθωση των υπερβολικών ελλειμμάτων που προκύπτουν όταν παραβιαστεί ο ένας ή και οι δύο κανόνες που ορίζουν ότι το έλλειμμα δεν πρέπει να υπερβαίνει το 3% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος το 60% του ΑΕΠ (ή τουλάχιστον να μειώνεται αρκετά ώστε να πλησιάζει προς το 60%) όπως ορίζεται στην Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.